Ορατό είναι πλέον το ενδεχόμενο να μη συζητηθεί την Πέμπτη στην Ολομέλεια της Βουλής των Αντιπροσώπων το πρώτο πακέτο των εφτά νομοσχεδίων για τη δημοσιονομική προσαρμογή της κυπριακής οικονομίας.
Το ΔΗΣΥ, αλλά και το ΔΗΚΟ, φέρονται έτοιμα να δώσουν στον υπουργό Οικονομικών, Κίκη Καζαμία, μια παράταση ολίγων 24ωρων για να καταθέσει προς ψήφιση και το δεύτερο πακέτο μέτρων. ΔΗΣΥ και ΔΗΚΟ εμμένουν στην υλοποίηση όσων είχαν συμφωνηθεί μεταξύ των κομμάτων στις 22 Ιουλίου.
Η επεξεργασία των νομοσχεδίων στην Επιτροπή Οικονομικών ολοκληρώνεται την Τετάρτη, παρουσία του υπουργού Οικονομικών, ο οποίος και θα παρουσιάσει το περίγραμμα των μέτρων του δεύτερου πακέτου. Τα όσα πει (ή δεν πει) θα καθορίσουν τις τελικές αποφάσεις των κομμάτων.
Ωστόσο, αν ληφθούν υπόψη οι δημόσιες τοποθετήσεις κομματικών στελεχών, αν πράγματι ο υπουργός μείνει μόνο στο περίγραμμα των μέτρων του δεύτερου πακέτου, η πλειοψηφία των κομμάτων δεν είναι διατεθειμένη να ψηφίσει τα κυβερνητικά νομοσχέδια και θα απαιτήσει την κατάθεση νέων νομοσχεδίων.
Ο αναπληρωτής πρόεδρος του ΔΗΣΥ, Αβέρωφ Νεοφύτου, δήλωσε στο ραδιόφωνο του ΡΙΚ ότι η Κυβέρνηση έχει χάσει την αξιοπιστία της και οι πολιτικές δυνάμεις δεν μπορούν πλέον να την εμπιστευτούν και κάλεσε τον υπουργό να φέρει στη Βουλή νομοσχέδια προκειμένου να γίνει συζήτηση. Αν προσέθεσε, τα νομοσχέδια δεν μπορούν να ετοιμασθούν μέχρι την Πέμπτη, τότε να δοθεί κάποια παράταση δύο εώς τριών ημερών.
Ο αντιπρόεδρος του ΔΗΚΟ και πρόεδρος της Επιτροπής Οικονομικών δήλωσε ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να ψηφίσει το πακέτο.
«Προσωπικά προτιμώ να χάσω τη βουλευτική μου έδρα, παρά να ψηφίσω νομοθεσίες οι οποίες θα επιβάλλουν φορολογίες στον απλό πολίτη, για να εξακολουθήσουν ορισμένοι να απολαμβάνουν εξασφαλισμένα προνόμια».
Ο κ. Παπαδόπουλος πρότεινε, ακόμη, όπως η ολομέλεια συνέλθει στις 30 του μηνός, προκειμένου να συμπληρωθούν νομοτεχνικά κενά που υπάρχουν σε ορισμένα νομοσχέδια. Το μόνο σίγουρο είναι ότι τα κόμματα ετοιμάζουν πολλές και εκτενείς τροπολογίες στα επτά νομοσχέδια.
Το ΑΚΕΛ, διά του εκπροσώπου Τύπου, Σταύρου Ευαγόρου, επαναλαμβάνει ότι τα χρονικά όρια στενεύουν. Σε δηλώσει του στο ραδιόφωνο του ΡΙΚ, ο κ. Ευαγόρου κάλεσε τις πολιτικές δυνάμεις να αναλάβουν τις ευθύνες τους και να επιδείξουν πνεύμα συναίνεσης και συνεννόησης.
Αναφερόμενος στα μέτρα, ο κ.Ευαγόρου σημείωσε ότι δεν μπορεί να γίνει θεραπεία – σοκ για την επίλυση προβλημάτων που δημιούργησαν όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις.
Ο εκπρόσωπος
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Στέφανος Στεφάνου, επιχείρησε το μεσημέρι της Τρίτης να διασκεδάσει τις ανησυχίες των κομμάτων και απέρριψε την κριτική περί ανακολουθίας.
«Στη σύσκεψη των κομμάτων με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, στην οποία είχε ανακοινωθεί η συμφωνία πακέτου μέτρων, είχε συμφωνηθεί επίσης ότι για τα μέτρα που αφορούσαν τους υπαλλήλους στο δημόσιο και ημιδημόσιο τομέα θα γινόταν διάλογος και διαβούλευση με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις. Αυτός ο διάλογος έγινε και κατέληξε σε συμφωνία της Κυβέρνησης με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, συμφωνία που διαφοροποίησε σε ορισμένα σημεία τα μέτρα που αφορούσαν τους δημοσίους υπαλλήλους. Η μεγάλη, όμως, πλειοψηφία, των μέτρων που έχουν σταλεί στη Βουλή είναι στο πακέτο, στο οποίο υπάρχει ισορροπία για τη συνεισφορά όλων, υπάρχουν διαρθρωτικού χαρακτήρα μέτρα, περιλαμβανομένου και του συνταξιοδοτικού στο δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα, υπάρχουν μέτρα άμεσης εφαρμογής και αποτελέσματος», ανέφερε ο εκπρόσωπος.
Επίσης άφησε ανοικτό παράθυρο για νέες προσθήκες, τονίζοντας ότι «η Κυβέρνηση είχε δεσμευτεί για ένα δεύτερο πακέτο μέτρων. Θεωρούμε πολύ σημαντικό για την κυπριακή οικονομία και τα μηνύματα που πρέπει να σταλούν στις διεθνείς αγορές, το πακέτο μέτρων που έχει σταλεί στη Βουλή, να εγκριθεί. Είναι μια πολύ καλή ευκαιρία, κατά την άποψή μας, το οικονομικό πακέτο που έχει διαμορφωθεί, να εγκριθεί από τα κόμματα στη Βουλή και ταυτόχρονα να υπάρξει και το δεύτερο οικονομικό πακέτο, το οποίο θα ενισχύσει την προσπάθεια που γίνεται τόσο για την επίλυση συσσωρευμένων για δεκαετίες διαρθρωτικών προβλημάτων της κυπριακής οικονομίας και την ίδια στιγμή να αντιμετωπιστούν ανάγκες που υπάρχουν για την οικονομία το 2011 και το 2012».
Η συζήτηση
Το πρωί συνεχίστηκε η επεξεργασία των νομοσχεδίων στην Επιτροπή Οικονομικών, με την ακρόαση εκπροσώπων συνδικαλιστικών οργανώσεων και εργοδοτικών – επιχειρηματικών φορέων.
Στη συνεδρίαση παρουσιάστηκε και το έβδομο νομοσχέδιο του πρώτου πακέτου μέτρων. Ο τροποποιητικός του περί εταιρειών νόμου κυβερνητικό νομοσχέδιο προβλέπει την καταβολή, από όλες τις εγγεγραμμένες εταιρείες και μέσα στο πλαίσιο της δημοσιονομικής εξυγίανσης, ετήσιου τέλους 350 ευρώ, πληρωτέου μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2011 και μέχρι τις 30 Ιουνίου εκάστου έτους που ακολουθεί.
Επιπρόσθετα, καθορίζεται στο ίδιο νομοσχέδιο ότι, σε περίπτωση εταιρειών που ανήκουν σε ενιαίο εταιρικό συγκρότημα, το σύνολο των καταβλητέων από όλες αυτές τις εταιρείες τελών δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσόν των 20.000 ευρώ.
Σε περίπτωση δε κατά την οποία υπάρχει άρνηση ή παράλειψη εταιρείας να συμμορφωθεί με την έγκαιρη καταβολή του οφειλόμενου τέλους, αυτό θα συνιστά εύλογη αιτία διαγραφής της εταιρείας από το οικείο Μητρώο και για την επανεγγραφή της θα υποχρεούται να καταβάλει το ποσόν των 500 ευρώ.
Αντιπαραθέσεις
Στη συνεδρίαση και δεν έλλειψε και πάλι η ένταση, με τον κ. Αβέρωφ να κατηγορεί, σε έντονο ύφος, τις τρεις μεγάλες συνδικαλιστικές οργανώσεις όταν επιχειρούν να περιορίσουν την επιρροή των υπόλοιπων συντεχνιών.
Εμείς σε αντίθεση με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας καλέσαμε όλους τους φορείς στον κοινωνικό διάλογο, σχολίασε ο Νικόλας Παπαδόπουλος.
Σε ότι αφορά την ουσία της συνεδρίασης ο πρόεδρος του ΚΕΒΕ, Μάνθος Μαυρομμάτης ζήτησε την εφαρμογή του πακέτο μέτρων της 22ας Ιουλίου και ότι μετά την καταστροφική έκρηξη στη ναυτική βάση Ευάγγελος Φλωράκης χρειάζονται και άλλα μέτρα περιορισμού των δαπανών, εκτός από φορολογίες. Ανάλογη θέση εξέφρασε και ο πρόεδρος της ΟΕΒ Φίλιος Ζαχαριάδης και ζήτησε την παρουσίαση αναπτυξιακών μέτρων.
Οι λογιστές (ΣΕΛΚ) υποστήριξαν ότι η αύξηση του ΦΠΑ θα επηρεάσει τη ροή ξένων εταιρειών, ενώ ο φόρος ακίνητης ιδιοκτησίας θα επιβαρύνει κυρίως τα ξενοδοχεία.
Ο CIPA τάχτηκε κατά κάθε σκέψης για αύξηση της εταιρικής φορολογίας στο 11%.