Γόρδιος δεσμός για Λευκωσία – Αθήνα για τις τράπεζες

Των ΓΙΑΝΝΗ ΣΕΪΤΑΝΙΔΗ και ΜΙΧΑΛΗ ΠΕΡΣΙΑΝΗ

Η ιδέα να αποσπαστεί το ελληνικό δίκτυο των κυπριακών τραπεζών και να σχηματιστεί μια νέα θυγατρική, η οποία θα περιέλθει στην εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδας, ώστε να μειωθεί το μέγεθος του κυπριακού τραπεζικού συστήματος και οι ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης δεν ήταν καινούργια. Ο υπουργός Οικονομικών, Μιχάλης Σαρρής, το είχε επιχειρήσει για το ελληνικό δίκτυο της Λαϊκής Τράπεζας όταν ήταν πρόεδρος της Τράπεζας. Η Αθήνα –και ειδικά η Τράπεζα της Ελλάδας– αντιστεκόταν θέτοντας το –εύλογο– ερώτημα, ποιος θα πληρώσει τη ζημιά, αλλά και για άλλους λόγους.

Το ίδιο ερώτημα ανέκυψε και την περασμένη εβδομάδα, με την επίσκεψη του Προέδρου της Δημοκρατίας, Νίκου Αναστασιάδη στην Αθήνα και την ανακίνηση του θέματος. Στην τελική ευθεία για το Μνημόνιο, η Κύπρος αναζητούσε τρόπους να μειώσει το ύψος της δανειακής διευκόλυνσης και η αποξένωση του ελληνικού δικτύου πετύχαινε τρία πράγματα. Πρώτο, μειώνει το ύψος των αναγκών για την ανακεφαλαιοποίηση. Δεύτερο, μειώνει το μέγεθος του τραπεζικού τομέα κατά 120% του ΑΕΠ. Τέλος, καθιστά δυνατή τη συνδρομή ιδιωτών στην ανακεφαλαιοποίηση, καθιστώντας πιο ελκυστικές τις τράπεζες.

Πρόκειται για καταθέσεις ύψους 13 δισ. ευρώ και δάνεια ύψους 20 δισ. ευρώ, ενώ το συνολικό ενεργητικό τους ανέρχεται στα 25 δισ. ευρώ. Επίσημα έγινε γνωστό ότι η Κύπρος δεν υπέβαλε αίτημα στην ελληνική πλευρά για να συνδράμει στην ανακεφαλαιοποίηση του κυπριακού τραπεζικού συστήματος, αναλαμβάνοντας την κάλυψη των αναγκών που προκύπτει από την ελληνική δραστηριότητα της Τράπεζας Κύπρου, της Λαϊκής Τράπεζας και της Ελληνικής Τράπεζας. Η αλήθεια είναι ότι η Κύπρος δεν ζήτησε χρήματα –τα περίφημα 2 δισ. ευρώ– αλλά αναζήτησε και συζήτησε με την ελληνική πλευρά τρόπους για να περάσει το χαρτοφυλάκιο των 25 δισ. ευρώ στην ελληνική εποπτεία με το χαμηλότερο δυνατό κόστος.

«Δεν ζητήσαμε χρήματα», ανέφερε στην «Κ» καλά ενημερωμένη πηγή.

Το θέμα μοιάζει απλό κα το αίτημα δικαιολογημένο (εξαιτίας της διάχυσης της κρίσης από την Ελλάδα στην Κύπρο μετά το «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων και την παρατεταμένη ύφεση που αύξησε τις ζημιές για τις κυπριακές τράπεζες), αλλά τα πράγματα είναι πιο σύνθετα με πολλές νομικές πλευρές, απαντούν πηγές από την Ελλάδα.

«Δεν μιλάμε για ένα διακρατικό δάνειο προς την Κύπρο, για το οποίο θα μπορούσε να υπάρξει και διακομματική πολιτική συναίνεση, αλλά για βοήθεια προς ιδιωτικές τράπεζες. Χρήματα που δανείστηκε ο Έλληνας φορολογούμενους να μεταφερθούν μέσα σε μία νύχτα για να καλυφθούν ζημιές ιδιωτικών εταιρειών σε μια άλλη χώρα. Τι θα γίνει όταν έρθει το θέμα στη Βουλή; Πώς θα εξηγηθεί πειστικά; Ποιος θα αναλάβει την ευθύνη, τόσο την πολιτική, αλλά τη νομική», εξηγούν στην «Κ» γνώστες των τεκταινόμενων στην ελληνική πρωτεύουσα, μεταφέροντας τις αντιρρήσεις και τους φόβους της ελληνικής πλευράς. Αξίζει, πάντως, να σημειωθεί ότι κυπριακή διπλωματική πηγή συνομιλώντας με την «Κ» αναφέρθηκε σε προσπάθεια αναζήτησης νομότυπης και σωστής λύσης.

Ενστάσεις και διαφωνίες
Παρά τις ενστάσεις της ελληνικής πλευράς η συζήτηση ξεκίνησε και συνεχίστηκε εξαιτίας της πίεσης που ασκεί η Γερμανία, η Κομισιόν αλλά και υψηλόβαθμα στελέχη της ΕΚΤ. Καθοριστική ήταν η παρέμβαση της Διεύθυνσης Ανταγωνισμού της Ε.Ε. η οποία θεωρεί ότι πρέπει να συρρικνωθεί το μέγεθος του τραπεζικού τομέα στην Κύπρο, που σήμερα είναι 7,5 φορές μεγαλύτερο του ΑΕΠ της χώρας. Μέχρι το μεσημέρι της Τρίτης, οπότε και εστάλη η επιστολή, οι αντιστάσεις της ελληνικής πλευράς και κυρίως από την Τράπεζα της Ελλάδας ήταν απόλυτες.

Η επιμονή, μάλιστα, από τις πηγές στην Αθήνα, πως δεν γινόταν καν συζήτηση, και πως η Κύπρος δεν είχε υποβάλει κανένα αίτημα για ελληνική βοήθεια στην αναδιάρθρωση του τραπεζικού τομέα, προκαλούσε σύγχυση. Κι αυτό, διότι την ίδια ώρα που οι εν Ελλάδι πηγές επέμεναν πως «ούτε καν συζήτηση δεν γίνεται», κλιμάκιο εμπειρογνωμόνων από το Υπουργείο Οικονομικών και την Κεντρική Τράπεζα, συνέχιζε τις επαφές στην Τράπεζα της Ελλάδος. Μάλιστα, οι επαφές διακόπηκαν μόνο όταν ο επικεφαλής της κυπριακής «ομάδας» έπρεπε να μεταβεί στις Βρυξέλλες για να παραστεί στην Ομάδα Εργασίας του Eurogroup.

Πάντως, ασφαλής πληροφόρηση κάνει λόγο για σημαντικές –και έντονες– διαφορές εντός της Τράπεζας της Ελλάδας, αλλά και εντός της κυβέρνησης στην Αθήνα. Γι’ αυτό και, σύμφωνα με καλά ενημερωμένες πηγές, δίνεται, ακόμα και σήμερα, διαμετρικά αντίθετη πληροφόρηση από τα κορυφαία στελέχη που εμπλέκονται στην όλη προσπάθεια. Ενώ το ένα στρατόπεδο επιθυμεί να βρει λύση στο ζήτημα, άλλα υψηλόβαθμα στελέχη είναι απόλυτα στην τοποθέτηση πως δεν υπάρχει «χώρος» για βοήθεια προς την Κύπρο.

Τα εμπόδια
Η πηγή των ενστάσεων από ελληνικής πλευράς μεταφέρθηκε από την Τράπεζα της Ελλάδας (ΤτΕ) στην πλευρά του υπουργείου Οικονομικών, αλλά και στο ίδιο το Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ). Το τελευταίο είναι το ουσιαστικό αφεντικό των ελληνικών τραπεζών. Πρόκειται για ένα ανεξάρτητο όργανο –με στάτους ανάλογου του ΔΝΤ– στο οποίο έχουν μεταφερθεί τα 50 δισ. ευρώ που εισέπραξε η Ελλάδα για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών. Πρακτικά η ελληνική κυβέρνηση έχει ελάχιστη επιρροή στις κινήσεις του ΤΧΣ. Το Ταμείο, αλλά και η ΤτΕ είχαν εκφράσει εξαρχής τη θέση ότι τα κεφάλαια του ελληνικού προγράμματος ανακεφαλαιοποίησης δεν επαρκούν για τη διάσωση των κυπριακών τραπεζών, κάτι με το οποίο διαφωνούν έντονα, τόσο η Κομισιόν όσο και κορυφαία στελέχη της ΕΚΤ.

Μπροστά σε αυτή την κατηγορηματική άρνηση βγήκε από το τραπέζι η ανακεφαλαιοποίηση μέσω του ελληνικού προγράμματος και αναδείχθηκε η ιδέα της μεταφοράς. Και εδώ, όμως, πρέπει να καλυφθεί η ζημιά από τη μη σταθμισμένα στοιχεία ενεργητικού, δηλαδή για τις μελλοντικές ζημιές από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.

Σύμφωνα με πληροφορίες η Pimco θα «τρέξει» την άσκηση που διενήργησε για τις κυπριακές τράπεζες και για τις ελληνικές θυγατρικές τους και με βάση τα αποτελέσματά της θα προσδιοριστούν οι κεφαλαιακές ανάγκες. Η σχετική διαδικασία αναμένεται να ολοκληρωθεί την προσεχή εβδομάδα και στη συνέχεια Τρόικα, ΤτΕ και ΤΧΣ σε συνεργασία με τις κυπριακές τράπεζες θα εξετάσουν τα νούμερα και θα δουν τι μπορεί να γίνει.

Εν τω μεταξύ, όμως, και το ΤΧΣ άρχισε να αλλάζει στάση κάτω από την αφόρητη πίεση που άρχισε να δέχεται από την ΕΚΤ και την Κομισιόν, σε συνδυασμό και με τις εσωτερικές διαφωνίες που δημιουργήθηκαν εντός της ΤτΕ με αποτέλεσμα να μαλακώσει η δική της στάση

Τα σενάρια
Τελικά, το βασικότερο σενάριο που διαμορφώθηκε ώς το βράδυ της Παρασκευής προέβλεπε την απορρόφηση των ελληνικών δικτύων από μία ελληνική τράπεζα.

Αξίζει, πάντως, να σημειωθεί ότι το ΤΧΣ διατύπωσε έντονα τον προβληματισμό του για τη σκοπιμότητα της όλης κίνησης, εκφράζοντας έντονες ενστάσεις. Το ΤΧΣ, όμως, κάτω και από τις πιέσεις που δέχεται, σχολιάζει πως θα εγκρίνει την εξαγορά κυπριακών στοιχείων μόνο εφόσον οι διοικήσεις των εμπορικών τραπεζών τεκμηριώσουν την επιχειρηματική λογική και τα οφέλη μιας εξαγοράς.

Στελέχη τραπεζών μιλώντας στην «Κ» υπογραμμίζουν ότι για να είναι ελκυστική μια τέτοια συναλλαγή θα πρέπει εκτός από την ανακεφαλαιοποίησή τους να δοθεί και ένα κεφαλαιακό «μαξιλάρι» για την αντιμετώπιση μελλοντικών κινδύνων, όπως έγινε στις συναλλαγές της Εμπορικής Τράπεζας, της Γενικής και της Millennium.

«Αν δεν συμβεί αυτό», υπογραμμίζει επιτελικό στέλεχος τράπεζας, «απλά δεν θα υπάρξει ενδιαφέρον από καμία ελληνική τράπεζα για τα δάνεια των κυπριακών τραπεζών». Ο ίδιος υπενθυμίζει την άκαρπη προσπάθεια πώλησης του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου. Πάντως, μέρος της λύσης μπορεί να είναι η συμφωνία σε «έκπτωση» στην πώληση των δανείων, και αντίστοιχη ανακεφαλαιοποίηση στην Κύπρο.

Ενστάσεις, πάντως, αναμένονται και από το εξωτερικό και συγκεκριμένα από την Πορτογαλία. Η χώρα χρεώθηκε ένα ποσό 770 εκατ. ευρώ για την αποχώρηση της Millenium από την ελληνική αγορά.

Μια δεύτερη επιλογή, που είναι ακόμα στο τραπέζι, είναι να πωληθούν ως έχουν τα στοιχεία του ισολογισμού των κυπριακών τραπεζών (δάνεια και καταθέσεις) σε εμπορικές τράπεζες στην Ελλάδα. Προφανώς, τα δάνεια θα πωληθούν σε τιμή έκπτωσης, η οποία υπολογίζεται γύρω στα 30% με 40% της ονομαστικής αξίας, με δεδομένο πως τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των εκεί κυπριακών τραπεζών κινούνται γύρω στο 40% με 45%.

Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, το κόστος κλεισίματος των εργασιών στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένων και των απολύσεων που θα γίνουν, θα το επωμιστεί η Κύπρος. Ουσιαστικά, το σενάριο αναλογεί σε πλήρη ρευστοποίηση των εργασιών, κάτι που ενδεχομένως να βοηθήσει την όλη προσπάθεια.

Από κυπριακής πλευράς σχολιάζεται πως βασικός στόχος της όλης άσκησης, δεν είναι μόνο να αντιστραφεί η ζημιά που έχουν υποστεί οι κυπριακές τράπεζες λόγω της έκθεσής τους στην Ελλάδα και στο ελληνικό δημόσιο χρέος. «Όλα άρχισαν από την περίεργη απόφαση της τότε κυβέρνησης να μη θέσει το θέμα κατά την ώρα του ‘‘κουρέματος’’. Σήμερα όμως ο στόχος δεν είναι μόνο η ανακεφαλαιοποίηση, αλλά και η εξυγίανση», σχολιάζει υψηλόβαθμη κυβερνητική πηγή. Μέρος της λύσης, σημειώνεται, άσχετα με το ποιος θα καταβάλει τελικά τα χρήματα είναι και η διόρθωση των θεμελιωδών στοιχείων των τραπεζών, για να πειστούν επενδυτές να τις χρηματοδοτήσουν. Μια τέτοια εξέλιξη θα μείωνε ουσιαστικά τις ανάγκες του κυπριακού μνημονίου, με αποτέλεσμα να προσεγγίσει το χρέος τα επιθυμητά όρια.

Το ρεπορτάζ δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή Κύπρου στις 17 Μαρτίου 2013

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.