Του ΓΙΑΝΝΗ ΣΕΪΤΑΝΙΔΗ
Οι πολιτικές που ακολουθήθηκαν στην Ευρώπη μετά την κορύφωση της χρηματοοικονομικής κρίσης το 2008, με την κατάρρευση της Lehman Brothers, αποδεικνύονται λανθασμένες, τόσο από οικονομική άποψη, όσο και από πολιτική.
Ακόμη και τα σωστά πράγματα και οι σωστές σκέψεις υλοποιήθηκαν με λάθος τρόπο. Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι η Ελλάδα πρέπει να εξυγιάνει τα δημόσια οικονομικά της –αυτό έπρεπε να είχε γίνει από το 2003– αλλά ο τρόπος που επέλεξε η Ευρώπη να επιβάλει τη δημοσιονομική εξυγίανση οδήγησε στο εντελώς αντίθετο αποτέλεσμα.
Το χειρότερο είναι ότι οι πολιτικές αυτές οδήγησαν την Ελλάδα σε ένα νέο δίπολο, το μνημόνιο – αντιμνημόνιο, χωρίς να αγγίζεται ακόμη και σήμερα η ουσία του Eλληνικού Προβλήματος.
Η ελληνική οικονομία δεν έγινε ξαφνικά μία «κακή οικονομία» μία «ειδική περίπτωση» στο παγκόσμιο σύστημα. Να το θέσουμε απλά: αν η Ελλάδα δεν είχε γίνει δεκτή στην Ευρωζώνη με πολιτικούς όρους και με τις ευλογίες του τότε Γερμανού καγκελάριου, Γκέρχραντ Σρέντερ, το ελληνικό χρέος δεν θα εκτοξεύονταν και το πελατειακό κράτος, ελλείψει χρημάτων, δεν θα είχε γιγαντωθεί.
Τότε, το 2000, υπήρχαν κάποιοι, λίγοι, που έλεγαν ότι η Ελλάδα πρέπει να περιμένει. Εκ των υστέρων μπορούμε να πούμε ότι αν η Ελλάδα έμπαινε στην Ευρωζώνη το 2008, ενώ δηλαδή, είχαν προηγηθεί όλες οι αναγκαίες αλλαγές στη χώρα, τίποτα από όσα ζούμε σήμερα δεν θα είχε συμβεί. Γι’ αυτή την εξέλιξη ευθύνεται και η Ευρώπη, ζήτημα που δεν αναδεικνύεται όσο θα έπρεπε.
Όταν, λοιπόν, ξέσπασε η κρίση στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, η Ευρωζώνη βρέθηκε με σοβαρές αδυναμίες και χωρίς εργαλεία για τη διόρθωσή τους. Το 2009 πέρασε χωρίς ουσιαστική συζήτηση για τη διαμόρφωση μιας ενιαίας στρατηγικής για τη θωράκιση της Ευρωζώνης. Αντίθετα το κάθε κράτος-μέλος τράβηξε το δικό του δρόμο και η Ελλάδα αφέθηκε να δανειστεί ένα τεράστιο ποσό, χωρίς να διασφαλίζεται από κανέναν ότι θα ληφθούν και τα απαραίτητα μέτρα για να αποπληρωθούν αυτά τα χρήματα.
Κάπως έτσι, στις αρχές του 2010, η Ευρώπη βρέθηκε εξαπίνης και η Ελλάδα σε πανικό. Η κατάληξη γνωστή.
Μπροστά στη μανία των αγορών επιβλήθηκε στην Ελλάδα ένα μη ρεαλιστικό Οικονομικό Πρόγραμμα, με το οποίο μέσα σε τρία χρόνια έπρεπε να διορθωθούν ατέλειες οχτώ δεκαετιών –η τελευταία μεταρρύθμιση του Ελληνικού Κράτος έγινε τη διετία 1910-12 από τον Ελευθέριο Βενιζέλο– και μάλιστα σε περιβάλλον οικονομικής ύφεσης.
Το μεγαλύτερο λάθος έγινε το δεύτερο εξάμηνο του 2010. Ο ελληνικός λαός έδειχνε μια πρωτοφανή ανοχή, όπως έδειξε και η νίκη του ΠΑΣΟΚ στις δημοτικές εκλογές του Νοεμβρίου. Όλοι ξέρανε ότι το ελληνικό κράτος έπρεπε να αλλάξει και το επιβληθέν Οικονομικό Πρόβλημα ήταν μια ευκαιρία. Ότι δεν έγινε το 2004 και την εκλογική νίκη του Κώστα Καραμανλή με τη σημαία της Επανίδρυσης, μπορούσε να γίνει έξι χρόνια αργότερα.
Το δικομματικό πολιτικό σύστημα, όμως, αποδείχτηκε απόλυτα ανίκανο να φέρει εις πέρας την πρόκληση των αλλαγών (πώς θα μπορούσε άλλωστε, αφού επί 37 χρόνια εξέθρεψε το πελατειακό κράτος και πωλούσε «κλεμμένα όνειρα» στον ελληνικό λαό), ενώ η Ευρώπη ανακάλυπτε έκπληκτη τις δυσκολίες.
Η Ε.Ε. δεν άλλαξε στάση. Αν και έβαλε με πολιτικούς όρους την Ελλάδα στην Ευρωζώνη δεν ήθελε να πληρώσει το μερίδιο της στην ευθύνη που της αναλογεί.
Αντίθετα πίεσε τα πράγματα και προκάλεσε το σημερινό περιβάλλον της απόλυτης σύγχυσης, όπως αποτυπώθηκε και στο αποτέλεσμα των εκλογών της 6ης Μαϊου.
Πρακτικά καμία πολιτική δύναμη του δίπολου μνημόνιο – αντιμνημόνιο δεν έχει καταφέρει να πείσει για την πρότασή της. Δεν το κατάφερε, γιατί απλώς αυτό το δίπολο δεν έχει ουσία. Δεν απαντά στο βασικό πολιτικό πρόβλημα της χώρας που είναι η ανάγκη για θεσμική ανασυγκρότησης της Ελληνικής Δημοκρατίας. Αυτό που δεν έγινε το 1828 από τον Ιωάννη Καποδίστρια πρέπει να γίνει τώρα: η δημιουργία ενός κράτους που θα ανταποκρίνεται στις ιστορικές πολιτικές παραδόσεις του Ελληνισμού, ένα κράτος στην ουσία του συνομοσπονδιακό, με τις τοπικές κοινωνίες να είναι κυρίαρχες της μοίρας τους. Η πορεία της Κύπρου, ένα δεύτερο ελληνικό κράτος απαλλαγμένο από την ομηρεία της γραφειοκρατίας και του πολιτικού κατεστημένου των Αθηνών, δείχνει πόσο διαφορετικά μπορούν να εξελιχθούν τα πράγματα.
Το υφιστάμενο πολιτικό προσωπικό ούτε καν έχει προσεγγίσει αυτή την πτυχή και ο δημόσιος διάλογος έχει παγιδευτεί στο δίπολο μνημόνιο – αντιμνημόνιο. Έχει παγιδευτεί στην ύπαρξη ενός κράτος που δεν ταιριάζει στον Έλληνα, ένα κράτος που δεν μπορεί να δώσει λύση, γιατί απλώς αποτελεί τη γενεσιουργό αιτία του Ελληνικού Προβλήματος.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Η Καθημερινή» – Κύπρου, στις 13 Μαϊου 2012